χορογραφήσετε
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ρηματικός τύπος επεξεργασία
χορογραφήσετε
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος χορογραφώ
- θα χορογραφήσετε: β' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος χορογραφώ