Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
φωνοπάθεια
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
φωνοπάθει
α
οι
φωνοπάθει
ες
γενική
της
φωνοπάθει
ας
των
φωνοπαθει
ών
αιτιατική
τη
φωνοπάθει
α
τις
φωνοπάθει
ες
κλητική
φωνοπάθει
α
φωνοπάθει
ες
Κατηγορία
όπως «
θάλασσα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
φωνοπάθεια
<
φωνή
+
-πάθεια
(<
πάθος
)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
φωνοπάθεια
θηλυκό
(
ιατρική
): γενική ονομασία πάθησης της φωνής
Μεταφράσεις
επεξεργασία
φωνοπάθεια