Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η φτιαξιά οι φτιαξιές
      γενική της φτιαξιάς των φτιαξιών
    αιτιατική τη φτιαξιά τις φτιαξιές
     κλητική φτιαξιά φτιαξιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

φτιαξιά < φτιάξιμο

  Ουσιαστικό επεξεργασία

φτιαξιά θηλυκό

  1. (λαϊκότροπο) η κατασκευή
  2. ο σωματότυπος

  Μεταφράσεις επεξεργασία