φλογοβόλο
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- φλογοβόλο, ουδέτερο του φλογοβόλος
Ουσιαστικό επεξεργασία
φλογοβόλο ουδέτερο
- πολεμική συσκευή που εκτοξεύει αναμένο υγρό
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
φλογοβόλο
φλογοβόλο ουδέτερο