φκιόρον
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- φκιόρον < (άμεσο δάνειο) ιταλική fiore
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
φκιόρον ουδέτερο (ιδιωματικό)
Πηγές επεξεργασία
- Ξυδόπουλος, Γεώργιος (2017). Στοιχεία νεοελληνικών διαλέκτων. Αθήνα: Πατάκης, σελ. 12.