Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

 
Φιορδ στη Νορβηγία.
 
Τα φιορδ της Γροιλανδίας από ψηλά.

  Ετυμολογία επεξεργασία

φιόρδ < (λόγιο δάνειο) γαλλική fjord [1] < νορβηγική fjord < παλαιά νορβηγική fjǫrðr

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈfi̯oɾð/ & /ˈfçoɾð/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

φιόρδ ουδέτερο άκλιτο

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία