Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η φιλειρηνικότητα οι φιλειρηνικότητες
      γενική της φιλειρηνικότητας των φιλειρηνικοτήτων
    αιτιατική τη φιλειρηνικότητα τις φιλειρηνικότητες
     κλητική φιλειρηνικότητα φιλειρηνικότητες
Κατηγορία όπως «σάλπιγγα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

φιλειρηνικότητα < φιλειρηνικός + -ότητα

  Ουσιαστικό επεξεργασία

φιλειρηνικότητα θηλυκό

Συνώνυμα επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία