υποπροϊόν
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- υποπροϊόν < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
υποπροϊόν ουδέτερο
- προϊόν που παράγεται σαν παράγωγο κάποιου άλλου, λόγω της κατασκευής ενός άλλου, π.χ. ο ορός γάλακτος
Μεταφράσεις επεξεργασία
υποπροϊόν
|