↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο υποευτηκτοειδής η υποευτηκτοειδής το υποευτηκτοειδές
      γενική του υποευτηκτοειδούς* της υποευτηκτοειδούς του υποευτηκτοειδούς
    αιτιατική τον υποευτηκτοειδή την υποευτηκτοειδή το υποευτηκτοειδές
     κλητική υποευτηκτοειδή(ς) υποευτηκτοειδής υποευτηκτοειδές
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι υποευτηκτοειδείς οι υποευτηκτοειδείς τα υποευτηκτοειδή
      γενική των υποευτηκτοειδών των υποευτηκτοειδών των υποευτηκτοειδών
    αιτιατική τους υποευτηκτοειδείς τις υποευτηκτοειδείς τα υποευτηκτοειδή
     κλητική υποευτηκτοειδείς υποευτηκτοειδείς υποευτηκτοειδή
* Και προφορικός τύπος σε -ή στη γενική ενικού αρσενικού, ή και θηλυκού
Κατηγορία όπως «συνεχής» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
υποευτηκτοειδής < λείπει η ετυμολογία

  Επίθετο

επεξεργασία

υποευτηκτοειδής

  Μεταφράσεις

επεξεργασία