Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το τυχερό παιχνίδι τα τυχερά παιχνίδια
      γενική του τυχερού παιχνιδιού των τυχερών παιχνιδιών
    αιτιατική το τυχερό παιχνίδι τα τυχερά παιχνίδια
     κλητική τυχερό παιχνίδι τυχερά παιχνίδια
Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

τυχερό παιχνίδι < τυχερός (ουδέτερο τυχερό), παιχνίδι

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

τυχερό παιχνίδι ουδέτερο

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία