Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
τυπολογικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
τυπολογικ
ός
η
τυπολογικ
ή
το
τυπολογικ
ό
γενική
του
τυπολογικ
ού
της
τυπολογικ
ής
του
τυπολογικ
ού
αιτιατική
τον
τυπολογικ
ό
την
τυπολογικ
ή
το
τυπολογικ
ό
κλητική
τυπολογικ
έ
τυπολογικ
ή
τυπολογικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
τυπολογικ
οί
οι
τυπολογικ
ές
τα
τυπολογικ
ά
γενική
των
τυπολογικ
ών
των
τυπολογικ
ών
των
τυπολογικ
ών
αιτιατική
τους
τυπολογικ
ούς
τις
τυπολογικ
ές
τα
τυπολογικ
ά
κλητική
τυπολογικ
οί
τυπολογικ
ές
τυπολογικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
τυπολογικός
<
τυπολογ(ία)
+
-ικός
Επίθετο
επεξεργασία
τυπολογικός, -ή, -ό
σχετικός με την
τυπολογία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
τυπολογικός