Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

τρωγαλίζω < τρωγάλι(α) + -ίζω

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /tɾo.ɣaˈli.zo/
τυπογραφικός συλλαβισμός: τρω‐γα‐λί‐ζω

  Ρήμα επεξεργασία

τρωγαλίζω

Συνώνυμα επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία