τροποποιητής πρόσβασης
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- τροποποιητής πρόσβασης < → δείτε τις λέξεις τροποποιητής και τύπος
Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία
τροποποιητής πρόσβασης
- (αντικειμενοστρεφής προγραμματισμός) τροποποιητής που εφαρμόζεται στα δεδομένα (member variables) και στις μεθόδους μιας κλάσης προσδιορίζοντας την προσβασιμότιτά τους
Μεταφράσεις επεξεργασία
τροποποιητής πρόσβασης