Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

τριακοντούτις < θηλυκό του τριακοντούτης

  Ουσιαστικό επεξεργασία

τριακοντούτις θηλυκό


Συνώνυμα επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία