τραβερτίνης
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- τραβερτίνης < ιταλική travertino < λατινική tiburtinus (του/από το Tibur, της περιοχής με το σημερινό όνομα Τίβολι στο Λάτσιο της Ιταλίας)
Ουσιαστικό επεξεργασία
τραβερτίνης αρσενικό
- ασβεστολιθικό πορώδες πέτρωμα που έχει σχηματιστεί από απόθεση σε περιοχές θερμών πηγών
Μεταφράσεις επεξεργασία
τραβερτίνης