τορπιλοβλητικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
τορπιλοβλητικός
- που είναι κατάλληλος για την εκτόξευση τορπιλών
Πολυλεκτικοί όροι επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
τορπιλοβλητικός
|
τορπιλοβλητικός
|