τηλεγραφόξυλο
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- τηλεγραφόξυλο < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
τηλεγραφόξυλο ουδέτερο
- ξύλινο, συνήθως, στήριγμα των καλωδίων του τηλεγράφου
- (μεταφορικά) (αστειευόμενοι) ψηλός και λιγνός άνθρωπος
- ≈ συνώνυμα: (για άνδρα) λέλεκας, μακρολέλεκας, μαντράχαλος, ψηλέας, ψηλολέλεκας
- ≈ συνώνυμα: (για γυναίκα) στέκα, ταβανόσκουπα
Μεταφράσεις επεξεργασία
τηλεγραφόξυλο
|