Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
τασμανικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
τασμανικ
ός
η
τασμανικ
ή
το
τασμανικ
ό
γενική
του
τασμανικ
ού
της
τασμανικ
ής
του
τασμανικ
ού
αιτιατική
τον
τασμανικ
ό
την
τασμανικ
ή
το
τασμανικ
ό
κλητική
τασμανικ
έ
τασμανικ
ή
τασμανικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
τασμανικ
οί
οι
τασμανικ
ές
τα
τασμανικ
ά
γενική
των
τασμανικ
ών
των
τασμανικ
ών
των
τασμανικ
ών
αιτιατική
τους
τασμανικ
ούς
τις
τασμανικ
ές
τα
τασμανικ
ά
κλητική
τασμανικ
οί
τασμανικ
ές
τασμανικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
τασμανικός
<
Τασμανία
+
-ικός
Επίθετο
επεξεργασία
τασμανικός
ο σχετικός με την Τασμανία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
τασμανικός