σχολαστικά
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
σχολαστικά < σχολαστικός
Επίρρημα επεξεργασία
σχολαστικά
- με επιμονή και προσοχή και στην τελευταία λεπτομέρεια, με σχολαστικότητα
Μεταφράσεις επεξεργασία
σχολαστικά
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
σχολαστικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του σχολαστικό