Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
συνδυασμένος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Μετοχή
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
συνδυασμέν
ος
η
συνδυασμέν
η
το
συνδυασμέν
ο
γενική
του
συνδυασμέν
ου
της
συνδυασμέν
ης
του
συνδυασμέν
ου
αιτιατική
τον
συνδυασμέν
ο
τη
συνδυασμέν
η
το
συνδυασμέν
ο
κλητική
συνδυασμέν
ε
συνδυασμέν
η
συνδυασμέν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
συνδυασμέν
οι
οι
συνδυασμέν
ες
τα
συνδυασμέν
α
γενική
των
συνδυασμέν
ων
των
συνδυασμέν
ων
των
συνδυασμέν
ων
αιτιατική
τους
συνδυασμέν
ους
τις
συνδυασμέν
ες
τα
συνδυασμέν
α
κλητική
συνδυασμέν
οι
συνδυασμέν
ες
συνδυασμέν
α
Κατηγορία
όπως «
αγαπημένος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
συνδυασμένος
<
μετοχή
παθητικού
παρακειμένου
συνδυάζω
Μετοχή
επεξεργασία
συνδυασμένος, -η, -ο
→
δείτε
τη λέξη
συνδυάζω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
συνδυασμένος
γαλλικά
:
combiné
(fr)