σταφιδόκαρπος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
σταφιδόκαρπος αρσενικό
Μεταφράσεις επεξεργασία
σταφιδόκαρπος
|
Πηγές επεξεργασία
- σταφιδόκαρπος - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)