σπιρτόκουτο
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- σπιρτόκουτο < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
σπιρτόκουτο ουδέτερο
- μικρό κουτί, συνήθως χαρτονένιο, που περιέχει σπίρτα
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
σπιρτόκουτο