Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
σερβοκινητήριος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
σερβοκινητήρι
ος
η
σερβοκινητήρι
α
το
σερβοκινητήρι
ο
γενική
του
σερβοκινητήρι
ου
της
σερβοκινητήρι
ας
του
σερβοκινητήρι
ου
αιτιατική
τον
σερβοκινητήρι
ο
τη
σερβοκινητήρι
α
το
σερβοκινητήρι
ο
κλητική
σερβοκινητήρι
ε
σερβοκινητήρι
α
σερβοκινητήρι
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
σερβοκινητήρι
οι
οι
σερβοκινητήρι
ες
τα
σερβοκινητήρι
α
γενική
των
σερβοκινητήρι
ων
των
σερβοκινητήρι
ων
των
σερβοκινητήρι
ων
αιτιατική
τους
σερβοκινητήρι
ους
τις
σερβοκινητήρι
ες
τα
σερβοκινητήρι
α
κλητική
σερβοκινητήρι
οι
σερβοκινητήρι
ες
σερβοκινητήρι
α
ομάδα 'ωραίος'
,
Κατηγορία
όπως «
θαυμάσιος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
σερβοκινητήριος
<
→
λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασία
σερβοκινητήριος, -α, -ο
→ λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)
Μεταφράσεις
επεξεργασία
σερβοκινητήριος