σεισάχθεια
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- σεισάχθεια < αρχαία ελληνική σεισάχθεια
Ουσιαστικό επεξεργασία
σεισάχθεια θηλυκό
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
σεισάχθεια
|
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
σεισάχθεια θηλυκό
- το πέταγμα, το τίναγμα του βάρους
- (ειδικότερα) η νομοθετική ρύθμιση παλαιών χρεών από τον Σόλωνα