Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ρότσα < ιταλική roccia

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ρότσα θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία