ρεπεσάζ
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ρεπεσάζ ουδέτερο άκλιτο
- (αθλητισμός) προκριματικός αγώνας που δίνει την ευκαιρία σε αποτυχόντες των προηγούμενων γύρων να προκριθούν στην επόμενη φάση
ρεπεσάζ ουδέτερο άκλιτο