Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

πόκερ < αγγλική poker

  Ουσιαστικό επεξεργασία

πόκερ ουδέτερο άκλιτο

  • χαρτοπαίγνιο κατά το οποίο κάθε παίκτης παίρνει πέντε κάρτες και προσπαθεί να κερδίσει ένα χρηματικό ποσό έχοντας τον ισχυρότερο συνδυασμό ή πείθοντας τους άλλους ότι τον έχει

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία