Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
προστιμάρω
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
προστιμάρω
<
πρόστιμο
+
-άρω
Ρήμα
επεξεργασία
προστιμάρω
(
λαϊκότροπο
)
επιβάλλω
σε κάποιον
πρόστιμο
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις λέξεις
πρόστιμο
και
τιμή
Μεταφράσεις
επεξεργασία
προστιμάρω
αγγλικά
:
fine
(en)