ποτ πουρί
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ποτ πουρί < (άμεσο δάνειο) γαλλική pot-pourri
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˈpot puˈɾi/
Ουσιαστικό επεξεργασία
ποτ πουρί ουδέτερο άκλιτο
- ποικιλία από διάφορα πράγματα
- (μουσική) μείγμα από μέρη διαφορετικών τραγουδιών που παίζονται συνεχόμενα ως ένα κομμάτι