Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

πολυτονίζω < πολυ- + τονίζω

  Ρήμα επεξεργασία

πολυτονίζω

Συγγενικά επεξεργασία

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία