πολυσυμπαντικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία el
επεξεργασία- πολυσυμπαντικός' < πολυ- + συμπαντικός • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Επίθετο
επεξεργασίαπολυσυμπαντικός, -ή, -ό
- (φυσική) που αναφέρεται στην πολυσυμπαντική θεωρία
Μεταφράσεις
επεξεργασία πολυσυμπαντικός
|