Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

πνευμονογαστρικό νεύρο → δείτε τη λέξη  πνευμονογαστρικός και νεύρο

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

πνευμονογαστρικό νεύρο ουδέτερο

Ταυτόσημο επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία