πλήκτρο τροποποίησης
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- πλήκτρο τροποποίησης < → δείτε τις λέξεις πλήκτρο και τροποποίηση < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική modifier key
Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία
πλήκτρο τροποποίησης
- (πληροφορική) modifier key: πλήκτρο (ή συνδυασμός) σε πληκτρολόγιο υπολογιστή που ενώ από μόνο του δεν κάνει τίποτα όταν πατηθεί μαζί με άλλο τού μεταβάλλει την κανονική του ενέργεια, όπως τα πλήκτρα:
Shift
,Ctrl
,Alt
Μεταφράσεις επεξεργασία
πλήκτρο τροποποίησης