Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

περνάω, με, +αιτιατική πτώση ψωμί, κι, ελιά

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /peɾˈnao me psoˈmi c‿eˈʎa/

  Φράση επεξεργασία

περνάω με ψωμί κι ελιά

Άλλες μορφές επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία