Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /pa.ɾaˈkam.pto.me/

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

παρακάμπτομαι

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία