παιδοκαρδιοχειρουργικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- παιδοκαρδιοχειρουργικός < παιδοκαρδιοχειρουργός + -ικός
Επίθετο επεξεργασία
παιδοκαρδιοχειρουργικός
- που έχει σχέση με τον παιδοκαρδιοχειρουργό ή αναφέρεται σ’ αυτόν και στις εγχειρήσεις που κάνει
Μεταφράσεις επεξεργασία
παιδοκαρδιοχειρουργικός
|