Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
παγοποιητικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
παγοποιητικ
ός
η
παγοποιητικ
ή
το
παγοποιητικ
ό
γενική
του
παγοποιητικ
ού
της
παγοποιητικ
ής
του
παγοποιητικ
ού
αιτιατική
τον
παγοποιητικ
ό
την
παγοποιητικ
ή
το
παγοποιητικ
ό
κλητική
παγοποιητικ
έ
παγοποιητικ
ή
παγοποιητικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
παγοποιητικ
οί
οι
παγοποιητικ
ές
τα
παγοποιητικ
ά
γενική
των
παγοποιητικ
ών
των
παγοποιητικ
ών
των
παγοποιητικ
ών
αιτιατική
τους
παγοποιητικ
ούς
τις
παγοποιητικ
ές
τα
παγοποιητικ
ά
κλητική
παγοποιητικ
οί
παγοποιητικ
ές
παγοποιητικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
παγοποιητικός
<
παγοποιός
/
παγοποιία
+
-ποιητικός
Επίθετο
επεξεργασία
παγοποιητικός
που έχει
σχέση
με την
παγοποιία
ή τον
παγοποιό
ή αναφέρεται σ’ αυτά
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις λέξεις
παγοποιός
,
πάγος
και
ποιώ
Μεταφράσεις
επεξεργασία
παγοποιητικός