Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

 
ένα παγάκι
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το παγάκι τα παγάκια
      γενική
    αιτιατική το παγάκι τα παγάκια
     κλητική παγάκι παγάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

παγάκι < πάγ(ος) + υποκοριστικό επίθημα -άκι

  Ουσιαστικό επεξεργασία

παγάκι ουδέτερο

  • μικρό κομμάτι πάγου, κατασκευάζεται συνήθως για χρήση σε ποτά και κρύα ροφήματα

Εκφράσεις επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία