ορθοπροβολή
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ορθοπροβολή < ορθογραφική προβολή (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική orthographic projection με αποβολή του ‑γραφική
Ουσιαστικό επεξεργασία
ορθοπροβολή θηλυκό
- μέθοδος προβολής κατά την οποία ένα αντικείμενο απεικονίζεται με τη χρήση παράλληλων γραμμών οι οποίες (προβολές) προβάλλουν το περίγραμμά του σε ένα επίπεδο
- το σύστημα στο οποίο παρουσιάζονται οι όψεις ενός αντικειμένου με τις πραγματικές του διαστάσεις (μήκος, πλάτος, ύψος)
Άλλες μορφές επεξεργασία
- επίσημη ορολογία: ορθογραφική προβολή
Μεταφράσεις επεξεργασία
ορθοπροβολή
|