↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ορθογωνιότητα οι ορθογωνιότητες
      γενική της ορθογωνιότητας των ορθογωνιοτήτων
    αιτιατική την ορθογωνιότητα τις ορθογωνιότητες
     κλητική ορθογωνιότητα ορθογωνιότητες
Κατηγορία όπως «σάλπιγγα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ορθογωνιότητα < ορθογώνιος + -ότητα ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική orthogonality)

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ορθογωνιότητα θηλυκό

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία