ολοκληρωτικά
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
ολοκληρωτικά < ολοκληρωτικός + -ά
Επίρρημα επεξεργασία
ολοκληρωτικά
Μεταφράσεις επεξεργασία
ολοκληρωτικά
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
ολοκληρωτικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του ολοκληρωτικό