ξενόφωνος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ξενόφωνος < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο επεξεργασία
ξενόφωνος, -η, -ο
Συνώνυμα επεξεργασία
Αντώνυμα επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
ξενόφωνος
|
ξενόφωνος, -η, -ο
|