Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ντρόουν < (άμεσο δάνειο) αγγλική drone

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ντρόουν ουδέτερο άκλιτο

  Μεταφράσεις επεξεργασία