ντρεσάρισμα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ντρεσάρισμα ουδέτερο
- η επίμονη, αυστηρή και συστηματική εκπαίδευση
- Ασφαλώς, η βία των μαθητών και των νέων έχει πολλές αιτίες πέραν της μονοδιάστατης σχολικής φίμωσης/ντρεσαρίσματος που υφίστανται. (Εφημερίδα Ελευθεροτυπία, 24/4/2009)