νευροφυτικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- νευροφυτικός < νεύρον+φυτικός
Επίθετο επεξεργασία
νευροφυτικός, -ης, -ες
- σχετικός με το συμπαθητικό νευρικό σύστημα (που προετοιμάζει το σώμα για την έντονη πίεση ή τη φυσική δραστηριότητα)
Μεταφράσεις επεξεργασία
νευροφυτικός