Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

νέφος ηλεκτρονίων < → δείτε τις λέξεις νέφος και ηλεκτρόνιο

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

νέφος ηλεκτρονίων ουδέτερο

  • (φυσική) ο χώρος μέσα στον οποίο κινούνται τα ηλεκτρόνια γύρω από τον πυρήνα του ατόμου

  Μεταφράσεις επεξεργασία