Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

μπαντονεόν < (άμεσο δάνειο) γερμανική λέξη από το όνομα του Γερμανού κατασκευαστή του, Heinrich Band (Χάινριχ Μπάν-τ). Λέξη διαδεδομένη στη Λατινική Αμερική.

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ban.do.neˈon/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

 
μπαντονεόν

μπαντονεόν ουδέτερο άκλιτο

Δείτε επίσης επεξεργασία

  • bandoneon στην αγγλική Βικιπαίδεια  

  Μεταφράσεις επεξεργασία