μικροσάιτ
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
μικροσάιτ ουδέτερο άκλιτο
- (νεολογισμός) (πληροφορική) υποενότητα ενός σάιτ / μιας ιστοσελίδας, που αφορά συγκεκριμένο θέμα και —ενίοτε— με δική της αισθητική
- ※ Το πρόγραμμα του Αλμέιντα για τη σεζόν περιλαμβάνει ένα θεατρικό έργο για τη σεξιστική προσέγγιση της δημοσιογραφίας που εγκαθίδρυσε ο Ρούπερτ Μέρντοκ στα μακρινά σίξτις με τη σκανδαλοθηρική εφημερίδα «Sun» και μια σειρά αναπαράστασης ιστορικών ομιλιών από ηθοποιούς, οι οποίες θα ανέβουν σε ειδικό μικροσάιτ αλλά και κατ' αποκλειστικότητα από την ιστοσελίδα της «Guardian». (*)
Δείτε επίσης επεξεργασία
- Microsite στην αγγλική Βικιπαίδεια