Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
μικροαστικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
μικροαστικ
ός
η
μικροαστικ
ή
το
μικροαστικ
ό
γενική
του
μικροαστικ
ού
της
μικροαστικ
ής
του
μικροαστικ
ού
αιτιατική
τον
μικροαστικ
ό
τη
μικροαστικ
ή
το
μικροαστικ
ό
κλητική
μικροαστικ
έ
μικροαστικ
ή
μικροαστικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
μικροαστικ
οί
οι
μικροαστικ
ές
τα
μικροαστικ
ά
γενική
των
μικροαστικ
ών
των
μικροαστικ
ών
των
μικροαστικ
ών
αιτιατική
τους
μικροαστικ
ούς
τις
μικροαστικ
ές
τα
μικροαστικ
ά
κλητική
μικροαστικ
οί
μικροαστικ
ές
μικροαστικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
μικροαστικός
<
μικροαστός
+
-ικός
Επίθετο
επεξεργασία
μικροαστικός, -ή, -ό
που αναφέρεται στους
μικροαστούς
Μεταφράσεις
επεξεργασία
μικροαστικός
γαλλικά
:
petit-bourgeois
(fr)