Δείτε επίσης: μεσοδρομής, μισοδρομίς

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

μεσοδρομίς < μεσο- + δρόμ(ος) + -ίς

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /me.so.ðɾoˈmis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: με‐σο‐δρο‐μίς

  Επίρρημα επεξεργασία

μεσοδρομίς

Άλλες γραφές επεξεργασία

Άλλες μορφές επεξεργασία

Συνώνυμα επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία